ΑΠΟΨΕΙΣ
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ με κακούς και θύματα – Μια ιστορία για το ΜΕΝΙΔΙ και τα ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ #1
Ο Θοδωρής Χονδρόγιαννος ζει στην περιοχή και μετατρέπει σε ρεπορτάζ την καθημερινότητά του.
Η ιστορία που θα διαβάσετε είναι αποκρουστική. Αυτή είναι η καθημερινότητά μου όπως και πολλών ανθρώπων, που έτυχε να κατοικούν στο Μενίδι. Όπως κάθε μέρα, περιμένω στη στάση το λεωφορείο Α10, που κάνει το δρομολόγιο Μενίδι-Σταθμός Λαρίσης. Όμως αυτή τη φορά προορισμός μου δεν είναι η σχολή ή η δουλειά. Είναι η 17 στάση του Μενιδίου. Για όποιον δε ζει στο Μενίδι, είναι μία οποιαδήποτε στάση. Για όποιον όμως περπατά αυτούς τους δρόμους, είναι μία από τις στάσεις, όπου δεκάδες τοξικομανείς βρίσκουν καθημερινά τη δόση τους. Η ώρα είναι 20.20, έχει βραδιάσει για τα καλά και μόλις έφτασα στον προορισμό μου. Δεν χρειάζεται να περιμένω πολύ. Το πρώτο λεωφορείο που έρχεται από την Αθήνα αφήνει στη στάση τρεις τοξικομανείς, οι οποίοι κατευθύνονται με βήμα ταχή προς τα γύρω στενά της λεωφόρου Δημοκρατίας.
Ο Θωμάς είναι 30 χρονών και μένει στους Αμπελόκηπους. Μου ζητάει λεφτά «για ψωμί», όπως λέει. Τα ρούχα του είναι βρώμικα και με μισόκλειστα μάτια προσπαθεί να κρατηθεί όρθιος. Όταν τον ρωτάω τι βρίσκει κανείς στην πιάτσα των ναρκωτικών, που βρίσκεται 100 μέτρα από το σημείο που στεκόμαστε, διστάζει να απαντήσει και, με μία δόση φόβου και καχυποψίας, μου λέει πως «εκεί βρίσκεις τα πάντα, κοκαΐνη, ηρωίνη, σίσα, χάπια, μαύρο». Ο ίδιος είναι 5 χρόνια στην ηρωίνη. «Το 1 γραμμάριο κάνει ένα εικοσάρικο», μου λέει. Και ένα εικοσάρικο για τον Θωμά είναι ώρες ζητιανιάς στους δρόμους της Αθήνας. Ντρέπεται να πει ότι ζητιανεύει. Όταν τον ρωτάω αν θέλει να κόψει από τα ναρκωτικά, μου απαντά «Μάρτυς μου ο θεός, σαν τρελός». Τα μάτια του βουρκώνουν και χτυπώντας το στήθος του μου λέει πως «υποφέρω κάθε μέρα και για αυτό φταίω εγώ. Κανείς δεν μου πήρε το κεφάλι να μου το χώσει στην πρέζα. Όμως δεν είναι εύκολο να βγεις. Δεν το περίμενα έτσι. Κάθε μέρα πεθαίνω».
Το λεωφορείο που θα πάει το Θωμά σπίτι του φτάνει. Δεν χωράει αμφιβολία ότι η καθημερινότητά του είναι σκληρή. Είναι η καθημερινότητα της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών σε κακόφημες συνοικίες του Μενιδίου. Πρόκειται για μία ζώνη που οριοθετείται μεταξύ των λεωφόρων Δημοκρατίας και Φιλαδέλφειας. Στην περιοχή αυτή και στους γύρω δρόμους έχει αναπτυχθεί ένα δίκτυο εμπορίας ναρκωτικών ουσιών που έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, κάνοντας τη ζωή χρηστών και κατοίκων καθημερινό μαρτύριο.
Είναι απόγευμα Σαββάτου και μία παρέα τριών φίλων μας περιμένει να μιλήσουμε για «πρέζα και μαύρο», όπως μου είπαν όταν τους συνάντησα λίγα λεπτά αργότερα. Πρόκειται για τον Νίκο, το Θανάση και τον Αχμέντ. Παιδιά φτωχών οικογενειών και όπως λένε «αναρχικοί». Ο Θανάσης είναι μαθητής τρίτης Λυκείου. Ισχυρίζεται πως «το εμπόριο στο Μενίδι το κάνουν οι γύφτοι και οι Ρωσοπόντιοι. Τα σπίτια και οι δρόμοι είναι γνωστά σε όλους και το παζάρι γίνεται 24 ώρες το 24ωρο». Ο Νίκος καπνίζει χασίς εδώ και τρία χρόνια και πηγαίνει συχνά εκεί για να αγοράσει «μαύρο». Μαζί του συνήθως πηγαίνουν ο Θανάσης και ο Αχμέντ. Τους ρωτάω γιατί καπνίζουν χασίς και μου λένε ότι «στην Ελλάδα της κρίσης, δεν υπάρχει κάτι άλλο να κάνεις». «Βαριόμαστε», λέει ο Θανάσης, «και στην περιοχή μας δεν υπάρχει ένα γήπεδο να παίξουμε. Το κάνουμε για να περάσει η ώρα και να σπάσει η ρουτίνα». Όλο σχεδόν το χαρτζιλίκι τους το δίνουν στα ναρκωτικά. «Τα 3 γραμμάρια μαύρο πάνε 10€. Εξαρτάται όμως και από την ποιότητα», λέει ο Αχμέντ, ο μεγαλύτερος της παρέας, που εργάζεται ως οδοντοτεχνίτης. «Ένα γραμμάριο κοκαΐνης ξεκινάει από 80€ και φτάνει τα 140€, ανάλογα με το πόσο καθαρή είναι». Τους ρωτάω πόσα τσιγάρα κάνουν την ημέρα. «Εξαρτάται από την ημέρα και τα κέφια», λέει ο Νίκος, «υπάρχουν μέρες που μπορεί να κάνω και 20 τσιγάρα, μπορεί όμως να μην πιω και για 20 μέρες, για να ξεσυνηθίσει ο οργανισμός και μετά να τη νιώθω πάλι και να μαστουρώνω».
Η πρώτη επαφή με το χασίς, μου διηγούνται, ήταν «λόγω της παρέας» . Ο Θανάσης περιγράφει την πρώτη επαφή του με το «μαύρο»: «Σε μία φάση μαστούρας που ήταν ο αδερφός μου και κάποιοι φίλοι του, μου έδωσαν να δοκιμάσω. Δε φοβήθηκα, δε δίστασα γιατί ήμουν με τον αδερφό μου, αν πάθαινα κάτι θα με βοηθούσε». «Το πολύ- πολύ να ζαλιστείς ή να ξεράσεις με την πρώτη φορά», λέει ο Νίκος. Και οι τρεις πιστεύουν πως είναι ναρκωτικό αλλά όπως λέει ο Θανάσης «το γουστάρω και μου αρέσει, δεν είναι τα κοινωνικά προβλήματα που με οδήγησαν στη χρήση». Γιατί όμως μαζεύτηκαν όλοι στο Μενίδι; Ο Αχμέντ απαντάει: «Το Μενίδι βρίσκεται σε καλό σημείο και έρχονται πολλοί για να αγοράσουν ναρκωτικά, όχι μόνο από την Αθήνα αλλά και από την Κηφισιά και γενικά τα βόρεια προάστια».
Πολλές φορές τα παιδιά αντιμετωπίζουν προβλήματα στο σχολείο λόγω της χρήσης που κάνουν και έρχονται σε ρήξη με τους καθηγητές. Ο Θανάσης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Έμεινα στην ίδια τάξη και οι καθηγητές με πήραν με κακό μάτι. Μία μέρα η διευθύντρια με έπιασε να στρίβω τσιγάρο και από τότε μου πρήζουν συνέχεια τα αρχίδια. Πριν την κρίση δεν είχαμε τέτοια προβλήματα». Τους ρωτάω αν έχουν δοκιμάσει πιο βαριές ουσίες. Η απάντηση είναι αρνητική, όμως όλοι τους αφήνουν ανοιχτή την προοπτική να το κάνουν κάποτε. Ο Θανάσης αναφέρει: «Ο αδερφός μου έχει δοκιμάσει κοκαΐνη. Έχω σκεφτεί και εγώ πολλές φορές να το κάνω».
Στην πιάτσα των ναρκωτικών
Το σκοτάδι πέφτει στην οδό Θεμιστοκλή Βαρέλα. Στην πλατεία δίπλα από το εκκλησάκι της Αγίας Μαύρας, δύο χρήστες κάθονται κουλουριασμένοι σ’ ένα παγκάκι. Την ίδια ώρα μία παρέα τοξικομανών κατεβαίνει την Αθανασίου Μπόσδα. Είναι στο τέλος του δρόμου που χρήματα και ουσίες θα αλλάξουν χέρια. Λίγο πιο κάτω, στη Γεωργίου Δροσίνη, ένας αθίγγανος στέκεται στο δρόμο με μία σακούλα στο χέρι. Σύντομα, ένας τοξικομανής που κατεβαίνει την οδό Βαρδουσίων τον πλησιάζει. Μιλάνε τόσο χαμηλά και με σήματα που δύσκολα καταλαβαίνει κανείς. Ένας χρήστης μου ζητάει χρήματα και βρίσκω την ευκαιρία να τον ρωτήσω που μπορεί να βρει κανείς ουσίες. «Είτε αριστερά πας είτε δεξιά, ναρκωτικά θα βρεις. Το να μην βρεις είναι το δύσκολο». Σε όλα τα γύρω στενά βρίσκει κανείς και άλλους εμπόρους ναρκωτικών. Πρόκειται για ένα πραγματικό γκέτο. Μόνο για ένα λόγο μπορεί να βρίσκεται κανείς εκεί. Κάποιος με πλησιάζει και με ρωτά αν ψάχνω κάτι. Στους δρόμους αυτούς παίζεται ένα έργο με δύο ρόλους, εκείνον του εμπόρου και εκείνον του χρήστη. Κανείς άλλος δεν χωρά σε αυτό το δράμα.
Λίγα μέτρα πιο κάτω συναντάς τη στάση Τελωνείο. Πίσω από αυτή βρίσκεται ένα ελλιπώς μαντρωμένο χωράφι με πυκνά χόρτα και ετοιμόρροπα κτίσματα. Δεν χρειάστηκε να περιμένω πολύ για να δω τοξικομανείς να μπαίνουν και να βγαίνουν από αυτό το χώρο. Λίγο αργότερα, στο ίδιο σημείο, εμφανίζεται ένας αθίγγανος. Συναντά τρεις χρήστες ναρκωτικών και ανταλλάσσουν πάνω στο δρόμο ουσίες και χρήματα. Λίγο πιο πάνω, και πάλι στη Δημοκρατίας, συναντάμε δύο γυναίκες οι οποίες παίρνουν τη δόση τους έξω από ένα κατάστημα. Παίρνω το λεωφορείο της γραμμής, στις πίσω θέσεις του οποίου ένας τοξικομανής στρίβει χασίς, ενώ μία γυναίκα κόβει την κοκαΐνη. Μέσα στο λεωφορείο γίνεται εμπόριο ναρκωτικών. Κάποιος με μία τσάντα στα χέρια με πλησιάζει και με ρωτά αν θέλω«μπισκότα».
Τι λένε οι κάτοικοι
Επιχείρησα να μιλήσω με κατοίκους της περιοχής, η πλειονότητα των οποίων ωστόσο αρνήθηκε να μου πει το οτιδήποτε για το θέμα. «Όλη μέρα αυτή η δουλειά γίνεται», λέει κάτοικος της περιοχής, «και όλα αυτά κάτω από το βλέμμα και τη γνώση των πάντων», ενώ προσθέτει: «Αναγκαζόμαστε να κλειδώνουμε τις πόρτες, μην τυχόν και μπει κανένας στο σπίτι και μας δημιουργήσει προβλήματα. Οι χρήστες είναι απελπισμένοι και μπορεί να κάνουν τα πάντα για λίγα χρήματα».
Οι κάτοικοι του Μενιδίου έχουν κατά καιρούς προβεί σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας έξω από το αστυνομικό τμήμα, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Όσοι χρησιμοποιούν τις αστικές συγκοινωνίες έρχονται καθημερινά σε επαφή με χρήστες ουσιών. «Πάνε και κάθονται στο πίσω μέρος του του λεωφορείου. Συχνά είναι σε άθλια κατάσταση, βρώμικοι, και πολλές φορές έχουν επιτεθεί σε άλλους επιβάτες ενώ βρίσκονται υπό την επήρεια ουσιών», μου λέει η Μαρία, φοιτήτρια που χρησιμοποιεί καθημερινά το λεωφορείο.
Δεν είναι όμως μόνο οι κάτοικοι της περιοχής που ζουν καθημερινά με το φόβο. O Νίκος, οδηγός λεωφορείου που εξυπηρετεί τις γραμμές του Μενιδίου, μιλά για τις βάρδιές του, κατά τη διάρκεια των οποίων υπάρχουν συχνοί διαπληκτισμοί με τους χρήστες. Πολλές φορές, όπως λέει, «πηγαίνει με τα νερά» των χρηστών, καθώς φοβάται για την ακεραιότητα του ίδιου και των επιβατών. Δεν είναι λίγες οι φορές που οδηγοί έχουν διακόψει τα δρομολόγια τους ή ακόμα έχουν πιαστεί στα χέρια με χρήστες που «σπάνε» την κοκαΐνη ή «πίνουν» μέσα στο λεωφορείο. Η ΕΘΕΛ έχει μάλιστα αποστείλει εξώδικο προς το Δήμο Αχαρνών διαμαρτυρόμενη για την έλλειψη οποιουδήποτε μέτρου με σκοπό την αντιμετώπιση της κατάστασης.
popaganda.gr